Η ιστορία του Κιθ
Η ιστορία
του Κιθ
Ελάτε μητέρες και πατέρες
Απ’ όλη τη γη
Και μην επικρίνετε
Ό,τι δεν μπορείτε να καταλάβετε…[1]
(Μπομπ Ντίλαν, Οι καιροί αλλάζουν)
Όταν ήμουν τελειόφοιτος στο γυμνάσιο, αυτοί οι στίχοι
ήταν μέρος μια τετράλεπτης ομιλίας που έδωσα στο διαγωνισμό ρητορικής στο
Γουινσκόνσιν. Προς έκπληξή μου πήρα άριστα. Οι καιροί άλλαζαν στα τέλη της
δεκαετίας του ’60 και τις αρχές του ’70. Ο πόλεμος στο Βιετνάμ τελείωνε. Οι
νέοι άνθρωποι γίνονταν ακτιβιστές και ο έρωτας ήταν δωρεάν. Όχι όμως για μένα.
Ήξερα από μικρή ηλικία ότι ήμουν διαφορετικός
από τα άλλα παιδιά που παίζαμε μαζί. Εκείνοι κοιτούσαν φωτογραφίες γυναικών με σουτιέν
και σλιπ στον κατάλογο του JC Penney. Εγώ κοιτούσα φωτογραφίες με ανδρικά εσώρουχα. Μεγαλώνοντας τελικά κατάλαβα
ότι ήμουν γκέι ή, με τον σημερινό όρο, queer. Ήξερα ότι το να είσαι queer ήταν λάθος, ότι οι queer γίνονταν στόχοι
άδικων επιθέσεων, εκφοβισμών και ξυλοδαρμών. Δεν ήθελα κάτι τέτοιο. Αλλά δεν μπορούσα
να κάνω τίποτε γι’ αυτό.
Οι γονείς μου με έπαιρναν μαζί τους στην
εκκλησία τις Κυριακές. Πήγαινα στο κατηχητικό. Εκεί ήταν που άκουσα για
πρώτη φορά ότι το να είσαι queer είναι αμαρτία
και ότι οι queer θα τιμωρηθούν. Δεν θα πήγαινα στον παράδεισο.
Το άκουγα συνέχεια στην εκκλησία. Το άκουγα στο σπίτι. Το άκουγα από φίλους που
δεν ήξεραν ότι ήμουν ένας από «αυτούς» τους ανθρώπους. Αισθανόμουν ότι μοναδική
μου ελπίδα ήταν να κρύψω τα συναισθήματά μου και να προχωρήσω στη ζωή μου. Στην
κρυφή ζωή μου.
Οι γονείς μου, ο Θεός να τους ευλογεί, δεν
ήξεραν τίποτε για την ομοφυλοφιλία. Δεν ήξεραν κανέναν γκέι και, όντας καλοί χριστιανοί,
είναι βέβαιο ότι θα θεωρούσαν καθήκον τους να «αλλάξουν» τους ομοφυλόφιλους, να
προσευχηθούν ώστε αυτοί να «γίνουν καλά». Για πολύ καιρό αναρωτιόμουν αν θα μπορούσα
να «διορθωθώ» με κάποιον τρόπο. Ίσως ο Θεός να έδιωχνε όσα ένιωθα. Δεν συνέβη ποτέ.
Κατέληξα στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε Θεός. Εξακολουθούσα να πηγαίνω στην εκκλησία
με την οικογένειά μου όταν ήμουν παιδί. Καθόμουν εκεί κατά τη διάρκεια της
λειτουργίας ελπίζοντας ότι ο Θεός θα φύλαγε το μυστικό μου και θα φρόντιζε να
μη μάθουν ποτέ οι γονείς μου ότι είμαι γκέι. Δεν μπορούσα να φανταστώ πόσο θα
απογοητεύονταν αν μάθαιναν ότι το «αγοράκι» τους ήταν queer. Αποφάσισα απλά να μην τους πω ότι ήμουν ομοφυλόφιλος.
Όταν έγινα 29, μετακόμισα στο Σεντ Πολ στη
Μινεσότα. Είχα μια καταπληκτική δουλειά σε έναν συντηρητικό οργανισμό. Ήταν
βέβαιο ότι έπρεπε να κρατήσω το μυστικό μου κρυφό στον χώρο εργασίας. Δεν
υπήρχαν νόμοι να προστατεύουν τους/τις ΛΟΑΤ από τις διακρίσεις στον χώρο
εργασίας και στην εύρεση στέγης. Δεν είναι δύσκολο, σκεφτόμουν. Γινόμουν ολοένα
και καλύτερος στο να ζω και να οργανώνω τη ζωή μου ως ομοφυλόφιλος που το
έκρυβε.
Στο τέλος μιας μέρας που απαντούσα τηλέφωνα
για έναν τηλεμαραθώνιο στη Μινεάπολη, αποφάσισα να πάω μια βόλτα και να μπω στο
μπαρ Gay 90’s. Δεν είχα ξαναπάει ποτέ εκεί. Ήξερα ότι ήταν το μεγαλύτερο γκέι μπαρ της
περιοχής. Ήθελα να πεθάνω από το φόβο μου, αλλά αποφάσισα να μπω. Έκατσα σε μια
από τις μπάρες και παράγγειλα ένα ποτό. Το μπαρ ήταν γεμάτο με διαφορετικούς ανθρώπους.
Άντρες όλων των ηλικιών και των σωματότυπων. Όταν άδειασα το ποτήρι μου, ο
μπάρμαν μού έφερε άλλο ένα ποτό και είπε: «Κερνάει εκείνος εκεί ο τύπος».
Έδειξε έναν τύπο στην άλλη άκρη της μπάρας. Ωχ, όχι. Τώρα τι; Ποιος έστειλε το
ποτό; Δεν ήξερα τι να κάνω. Θυμήθηκα τους καλούς μου τρόπους και φώναξα τον
μπάρμαν. Του ζήτησα να κεράσει ένα ποτό σε αυτόν που με είχε κεράσει. Ο μπάρμαν
έβαλε το ποτό, πήγε στην άλλη άκρη της μπάρας και το άφησε μπροστά σε έναν νέο,
απίστευτα όμορφο άντρα. Κόντεψα να πέσω από το σκαμπό μου. Τα υπόλοιπα, όπως
λένε, εννοούνται.
Ο Πολ και εγώ περάσαμε μαζί τη νύχτα. Ποτέ
δεν πίστευα στον κεραυνοβόλο έρωτα, αλλά μας συνέβη εκείνο το βράδυ. Ήταν 21 ετών.
Ήμουν 31. Για πρώτη φορά, ένιωσα την αγάπη. Την πραγματική αγάπη. Ήταν ένα υπέροχο
συναίσθημα. Ήμασταν απίστευτα ευτυχισμένοι.
Αρχίσαμε να συζούμε περίπου ένα μήνα μετά
τη γνωριμία μας. Η ζωή ήταν όμορφη. Τι θα κάνω με την οικογένειά μου; Έλεγα στον
εαυτό μου ότι ποτέ δεν θα αποκάλυπτα την ομοφυλοφιλία μου στην οικογένειά μου,
εκτός και αν ή μέχρι να γνωρίσω κάποιον με τον οποίο να θέλω να περάσω το
υπόλοιπο της ζωής μου. Ήξερα ότι θα έβγαιναν εκτός εαυτού. Θα με έδιωχναν από
την οικογένεια, θα με αποκλήρωναν και δε θα τους έβλεπα ποτέ ξανά. Αλλά ήμουν έτοιμος
για αυτό. Είχα συναντήσει τον άντρα με τον οποίο ήθελα να περάσω την υπόλοιπη
ζωή μου.
Η μαμά και ο μπαμπάς έρχονταν να με επισκεφτούν
στο Σεντ Πολ αρκετά συχνά. Ο Πολ συστήθηκε ως «συγκάτοικος». Στην αρχή το πίστεψαν.
Την πρώτη παραμονή Πρωτοχρονιάς που πέρασαν μαζί μας, βάλαμε ένα ράντζο στη μεγάλη
κρεβατοκάμαρα, ώστε η μαμά και ο μπαμπάς να κοιμηθούν στο δωμάτιο του Πολ. Όταν
τελειώσαμε το βραδινό, ο Πολ άρχισε να καθαρίζει το τραπέζι και την κουζίνα. Η
μαμά προσφέρθηκε να βοηθήσει, αλλά ο Πολ είπε όχι. Ήθελε να την αφήσει να
ξεκουραστεί και να απολαύσει το βράδυ της. Την επόμενη χρονιά, επισκεφτήκαμε τη
μαμά και τον μπαμπά στον εξοχικό τους στα βόρεια. Όλα πήγαιναν καλά. Είχαμε
ξεχωριστά κρεβάτια.
Την επόμενη παραμονή
Πρωτοχρονιάς, η μαμά και ο μπαμπάς ήρθαν πάλι στο Σεντ Πολ. Είχαμε ένα
εξαιρετικό βραδινό γεύμα. Όταν τελειώσαμε, ο Πολ άρχισε να κάνει τις δουλειές
του στην κουζίνα. Δεν του άρεσε να προσφέρονται να τον βοηθήσουν στην κουζίνα
γιατί κανένας δεν μπορούσε να κάνει τις δουλειές τόσο καλά όσο εκείνος. Η μαμά
προσφέρθηκε πάλι να βοηθήσει και εκείνος είπε «Όχι, ευχαριστώ». Εκείνη μάζεψε
μερικά πιάτα και κατευθύνθηκε στην κουζίνα. Την ευχαρίστησε και τη συνόδευσε
στο καθιστικό. Την επόμενη μέρα γύρισαν σπίτι τους. Ουφ, σκεφτήκαμε. Τα
καταφέραμε πάλι.
Λίγες μέρες αργότερα, μου τηλεφώνησε η
αδερφή μου η Μπαρμπ. Μου είπε ότι η μαμά και ο μπαμπάς τη ρώτησαν αν ήμουν
γκέι. Κανείς άλλος δεν θα ήταν τόσο ιδιότροπος με την κουζίνα του. Ο Πολ πρέπει
να ήταν γκέι! Η Μπάρμπ ήθελε να ξέρει τι να τους πει. Η αδερφή μου ήξερε εδώ
και χρόνια ότι ήμουν γκέι, αλλά κρατούσε φυλαγμένο το μυστικό μου. Της είπα να
τους το πει.
Το επόμενο πρωί, χτύπησε το τηλέφωνο:
«Είσαι γκέι;»
Μεγάλη παύση.
«Ναι», είπα.
Όπως ήταν αναμενόμενο, όλα τα άσχημα πράγματα που σκεφτόμουν
ότι μπορούσαν να συμβούν ή να ειπωθούν συνέβησαν και ειπώθηκαν. «Ο διάβολος ήταν
στο σπίτι μου», είπε η μαμά μου.
Ήμουν στο αυτοκίνητο στο
δρόμο για μια συνάντηση, οπότε σταμάτησα στην άκρη του αυτοκινητόδρομου σε ένα
πάρκινγκ και τους άκουσα να ουρλιάζουν και να παραληρούν για δεκαπέντε λεπτά.
Είπαμε τελικά «αντίο». Ήξερα ότι θα ήταν για
πάντα. Έκλαψα πολύ και πήγα σπίτι στον σύντροφό μου, στο στήριγμά μου. Είχε αποκαλύψει
την ομοφυλοφιλία του στην οικογένειά του λίγα χρόνια πριν, οπότε ήξερε πώς
αισθανόμουν και τι περνούσα.
«Θα το ξεπεράσουμε», είπε.
Και το ξεπεράσαμε.
Περίπου 6 μήνες αργότερα, η μαμά και ο
μπαμπάς τελικά τηλεφώνησαν και ρώτησαν αν μπορούσαν να μας επισκεφτούν το
σαββατοκύριακο. Τα λόγια τους με εξέπληξαν. Δεν είχαμε μιλήσει από εκείνο το
σημαδιακό τηλεφώνημα. Περάσαμε το βράδυ όλοι μαζί τρώγοντας βραδινό και
βλέποντας τηλεόραση. Το πρώτο βράδυ κοιμήθηκαν στο τροχόσπιτό τους που ήταν
παρκαρισμένο έξω από το σπίτι. Την επόμενη μέρα οι τέσσερις μας πήγαμε να δούμε
τα αξιοθέατα και να τσεκάρουμε τις προσφορές στο αγαπημένο σούπερ μάρκετ πατέρα
μου. Εκείνο το βράδυ η μαμά ρώτησε αν μπορούσαν να κοιμηθούν στο δωμάτιο που πρόσφατα
είχαμε ονομάσει ξενώνα. Ήταν η αρχή μιας καινούργιας σχέσης για την οικογένειά μας.
Με την πάροδο των χρόνων ο
Πολ και εγώ είχαμε πάντα την αίσθηση ότι τον συμπαθούσαν περισσότερο από μένα.
Η μαμά ενθουσιαζόταν με το πώς ο Πολ με φρόντιζε τόσο καλά. Στην
πραγματικότητα, σε όλη τη συντηρητική, θεοφοβούμενη οικογένειά μας άρχισε να
αρέσει ο Πολ. Τον αγαπούσαν και τους άρεσε που οι δυο μας ήμασταν μαζί.
Αυτό το βιβλίο θέλει να
βοηθήσει τους/τις ΛΟΑΤΚ να παραμείνουν αγαπημένα
παιδιά του Θεού. Πάλευα με αυτό το θέμα για πολύ καιρό. Δεν μπορούσα να βγάλω
από το μυαλό μου τα λόγια του πάστορα της παιδικής μου ηλικίας, που κήρυττε ότι
ο παράδεισος δεν ήταν ούτε για μένα ούτε για εμάς. Πώς μπορούσε να συμβαίνει
κάτι τέτοιο; Δεν πίστευα στον Θεό, αλλά σκεφτόμουν ότι ο Θεός πρέπει να υπάρχει
γιατί πώς αλλιώς μπορούσα να εξηγήσω τη μεγάλη μου τύχη να έχω έναν τέτοιο
υπέροχο άντρα όπως ο Πολ στη ζωή μου; Σκέφτηκα ότι ίσως ήταν μια καλή ιδέα να
αρχίσουμε να προσπαθούμε να εξερευνήσουμε την πνευματική μας ζωή μαζί.
Δοκιμάσαμε μερικές εκκλησίες. Μια ήταν πολύ γκέι για τα γούστα μας. Στις άλλες
που δοκιμάσαμε δεν αισθανόμασταν ευπρόσδεκτοι. Εγκαταλείψαμε την προσπάθεια.
Περίπου 5 χρόνια μετά τη
γνωριμία μας, ο Πολ άρχισε να έχει κάποια προβλήματα υγείας, οπότε αποφασίσαμε τελικά
να εξεταστούμε για AIDS. Θα
πηγαίναμε μαζί. Κανείς δεν ήθελε να εξεταστεί γιατί εκείνη την εποχή μπορούσες
να χάσεις τη δουλειά σου, το σπίτι σου, την ασφάλειά σου, σχεδόν τα πάντα. Αλλά
είπα ότι έπρεπε να το κάνουμε.
Η εξέταση του Πολ βγήκε θετική. Εγώ ήμουν
αρνητικός. Για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, περάσαμε πολλές δύσκολες και
απρόβλεπτες καταστάσεις στη ζωή μας με το AIDS. Ο Πολ έμπαινε και έβγαινε
στα νοσοκομεία. Ζούσαμε παρακολουθώντας τιμές. Μετρήσεις Τ-λεμφοκυττάρων. Αιματολογικοί
έλεγχοι. Μόνο ένα φάρμακο ήταν διαθέσιμο τότε. Το ΑΖΤ έγινε η μεγαλύτερή μας
ελπίδα. Το AIDS τελικά κατέστρεψε τελείως το
ανοσοποιητικό σύστημα του Πολ και ο Πολ έπαθε καρκίνο στο συκώτι και στον
φάρυγγα. Στις 3 Μαρτίου 1993 στις 12.45 π.μ., η μάχη του Πολ έφτασε στο τέλος
της.
Ο Πολ πέθανε στο σπίτι μας, με τη μαμά του
και μένα στο πλευρό του. Δεν ακούστηκε κανένας ήχος. Απλά σταμάτησε να αναπνέει.
Ήξερα ότι θα ερχόταν αυτή η μέρα και σκεφτόμουν ότι θα ήμουν έτοιμος για αυτή.
Δεν ήμουν. Η καρδιά μου έγινε κομμάτια. Ο σύντροφος της ζωής μου είχε φύγει.
Φοβόμουν να σκεφτώ τι θα συνέβαινε στη συνέχεια. Θα είμασταν ποτέ ξανά μαζί;
Υπάρχει Θεός; Υπάρχει παράδεισος; Πώς μπόρεσε να το επιτρέψει αυτό ο Θεός;
Καθίσαμε εκεί χωρίς να μιλάμε. Μπορούσα να
ακούσω μέσα στο κεφάλι μου τα λόγια του πάστορα στο κατηχητικό. Το στομάχι μου ανακατευόταν.
Και τότε συνέβη. Δεν ακούστηκαν λέξεις. Κανένα όραμα ή αχτίνα φωτός. Με
πλημμύρισε μια αίσθηση που όμοιά της δεν είχα ζήσει ποτέ ξανά. Ένιωσα ζεστασιά
μέσα μου. Ένιωσα σαν να με αγκαλιάζουν σφιχτά αόρατα χέρια. Ένιωσα ασφαλής. Ένιωσα
μια αγάπη διαφορετική από ό,τι είχα νιώσει στο παρελθόν. Ποτέ δεν θα το ξεχάσω
όσο ζω. Ήταν ένα απερίγραπτο συναίσθημα. Και ύστερα σταμάτησε. Αργότερα την
ίδια μέρα, ρώτησα τη μητέρα του Πολ αν ένιωσε τίποτε λίγο αφού είχε πεθάνει ο
Πολ. Περιέγραψε ακριβώς το ίδιο συναίσθημα. Συνέβη και σε εκείνη.
Αυτό συνέβη τη νύχτα που
άρχισα να πιστεύω. Ο Θεός άγγιξε την ψυχή μου και την καρδιά μου. Ο Θεός μου
είπε ότι ο Πολ ήταν μαζί Του και ότι θα ξαναήμασταν μαζί κάποτε. Μου είπε ότι
αγαπούσε τον Πολ. Μου είπε ότι αγαπούσε εμένα. Και ότι η αγάπη Του ήταν χωρίς
όρους! Είχα λάβει ένα υπέροχο δώρο. Η αγάπη του Θεού είναι για όλους/ες. Δεν
έχει διαφορά αν είσαι γκέι, στρέιτ, διεμφυλικός ή οτιδήποτε στο φάσμα του
φύλου. Σταμάτησα να φοβάμαι τον θάνατο εκείνο το βράδυ. Όταν έρθει η ώρα μου,
δεν θα φοβάμαι, αλλά θα ανυπομονώ να συναντήσω τον Θεό και να επανενωθώ με τον
σύντροφό μου και την οικογένεια και τους φίλους που έχουν φύγει πριν από μένα.
Με περιμένουν. Το ξέρω.
Λίγους μήνες μετά τον θάνατο του Πολ, πήγα
με τους γονείς μου στο Μάντισον για το σαββατοκύριακο. Όπως πηγαίναμε με το
αυτοκίνητο στο σούπερ μάρκετ, η μαμά με ρώτησε πώς ήμουν. Ύστερα είπε: «Δεν θα
ξαναϋπάρξει κανένας σαν τον Πολ. Κανένας δεν θα σε ξαναφροντίσει όπως έκανε
εκείνος». Αυτές ήταν οι λέξεις που βγήκαν από τη γυναίκα που τον αποκάλεσε
«διάβολο» χρόνια πριν.
Μπήκε στο κατάστημα
αφήνοντας τον μπαμπά και μένα στο αυτοκίνητο. Ο μπαμπάς άρχισε να κλαίει.
«Τι έγινε;», τον ρώτησα.
Ο μπαμπάς είπε: «Είμαι τόσο λυπημένος που δεν σε στήριξα και σε έκανα να
κρύβεις τη ζωή σου από εμάς».
Έμεινα έκπληκτος που άκουσα αυτά τα λόγια από
τους γονείς μου. Ο Θεός είχε κάνει ένα θαύμα στην οικογένειά μου. Αυτό κάνει ο Θεός.
Ο Θεός μπορεί να κάνει ένα θαύμα και για σένα.
Ήταν μια δύσκολη αλλά και συναρπαστική πορεία.
Τώρα είμαι 64 ετών. Μετά το θάνατο του Πολ, έβγαινα με άντρες κάθε τόσο.
Γνώρισα πολλούς ενδιαφέροντες ανθρώπους, αλλά κανένας δεν τον έφτανε. Είμαι
ακόμη μόνος μου, μολονότι η Πάστορας Νάνσυ προσπαθεί να μου βρει κάποιο σύντροφο.
Η ζωή είναι ωραία! Μετακόμισα στο Washburn του Γουισκόνσιν και έγινα
μέλος της Λουθηρανικής Εκκλησίας του Μεσσία. Ανησυχούσα λίγο που θα αποκάλυπτα
την ομοφυλοφιλία μου σε μια τόσο μικρή κοινότητα. Όπως φάνηκε, δεν χρειαζόταν
να ανησυχώ καθόλου.
Όταν η εκκλησία σκεφτόταν
να επιτρέψει στην Πάστορα να παντρεύει ζευγάρια του ίδιου φύλου, ακόμη και πριν
οι γάμοι των ομοφυλοφίλων γίνουν νόμος της χώρας, ένα μέλος της επιτροπής μας
δεν συμφωνούσε και τόσο με την ιδέα. Με ήξερε από την εκκλησία, αλλά δεν ήξερε
ότι ήμουν γκέι. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης, αποφάσισα ότι ήταν ώρα να
εξηγήσω στην επιτροπή πόσο σημαντικό ήταν αυτό για μένα και τα υπόλοιπα ΛΟΑΤ
μέλη της κοινότητας. Ήταν σημαντικό για την εκκλησία μας να υποδεχόμαστε όλους
τους ανθρώπους και για τους/τις ΛΟΑΤ να αισθάνονται ασφαλείς στην εκκλησία και
στην κοινότητά μας.
Αρχικά ο φίλος μου ο Κλέιτον αναφερόταν
στους ομοφυλόφιλους ως «εκείνοι οι άνθρωποι» κατά τη διάρκεια των συναντήσεων.
Δεν είχε σκοπό να τους προσβάλει. Αναρωτιόμουν αν ίσως ήμουν ο πρώτος γκέι που
ήξερε. Η πρόταση να επιτραπούν οι γάμοι ομοφυλοφίλων πέρασε ομόφωνα κυρίως λόγω
της υποστήριξης του Κλέιτον. Μια Κυριακή μετά τη λειτουργία, ο καινούργιος μου
φίλος ο Κλέιτον με ρώτησε αν θα μπορούσα να τον πάω με το αυτοκίνητο στο κέντρο
της πόλης. Πριν βγει από το αυτοκίνητο, με ρώτησε αν μου άρεσε η μουσική κάντρι
και αν θα μου άρεσε να πιούμε ένα ποτό όταν θα είναι happy hour στο μπαρ. Είπα ναι και στα δύο. Μου είπε
να περάσω να τον δω καμιά φορά. «Κιθ, θα είσαι πάντοτε ευπρόσδεκτος στο σπίτι
μου». Ήταν μια υπέροχη στιγμή. Είμαι πολύ χαρούμενος που τη μοιραστήκαμε.
«Ελάτε μητέρες και πατέρες
απ’ όλη τη γη… Μην επικρίνετε ό,τι δεν μπορείτε να καταλάβετε, οι γιοι σας και οι
κόρες σας είναι έξω από τον έλεγχό σας… Γιατί οι καιροί αλλάζουν…».[2]
Καθώς επανέρχομαι σε αυτούς τους στίχους του Ντίλαν και αναλογίζομαι την
προσωπική μου πορεία ως γκέι άντρας και την προσωπική μου πορεία με τον Θεό, θα
συμφωνούσα ότι οι καιροί όντως αλλάζουν.
Όταν ήμουν νέος, δεν υπήρχαν ομάδες στήριξης,
τηλεφωνικές γραμμές στήριξης ή οργανώσεις LGBTQ. Δεν υπήρχε PFLAG.[3] Δεν υπήρχαν εκκλησιάσματα φιλικά
προς τους γκέι. Έχουμε διανύσει πολύ δρόμο. Αλλά έχουμε ακόμη
πολύ δρόμο να διανύσουμε. Υπάρχουν ακόμη μάχες να δώσουμε. Αν είσαι νέος
άνθρωπος που παλεύεις με την ταυτότητά σου, μην εγκαταλείπεις τη μάχη. Η δική
μου ιστορία και αναρίθμητες άλλες αποδεικνύουν πόσο πολύ η καλοσύνη υπερισχύει
στον κόσμο και πώς οι άνθρωποι μπορούν να αλλάξουν. Σου αξίζει να ζήσεις τη ζωή
σου όπως είσαι και να αγαπάς όποιους θέλεις να αγαπάς. Θα συναντήσεις ανθρώπους
που δεν θα σε πολυσυμπαθούν. Θα ακούσεις ανθρώπους που ερμηνεύουν τη Βίβλο καταπώς
τους βολεύει. Θα σου πουν ότι το να είσαι γκέι είναι αμαρτία. Μην τους δώσεις καμία
σημασία. Η αγάπη του Θεού είναι για όλους/ες. Τα λόγια του Ντίλαν ακούγονται ακόμη
αληθινά. Οι άνθρωποι αλλάζουν. Οι άνθρωποι δείχνουν ολοένα και περισσότερη κατανόηση
και αποδοχή. Μπορώ να πω χωρίς δισταγμό ή επιφύλαξη ότι ο Θεός με αγαπά και ότι
ο Θεός σε αγαπά. Να είσαι δυνατός!
Από τον Κιθ Χολμ, 2016-2017, πρόεδρος του συμβουλίου
της Λουθηρανικής Εκκλησίας του Μεσσία, Washburn, Γουισκόνσιν. Μετά από 29
χρόνια καριέρας ως διευθύνων σύμβουλος της Ένωσης Κτηματομεσιτών του Σεντ Πολ, ο
Κιθ αποσύρθηκε στο Washburn.